Οι δρόμοι των προσκυνητών του Ιδαίου Άντρου : Σισες

Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2006

Οι δρόμοι των προσκυνητών του Ιδαίου Άντρου

Οι δρόμοι και σταθμοί των προσκυνητών του Ιδαίου Άντρου

Γράφει ο Γιώργος Σμπώκος, εκπαιδευτικός - πρώην δήμαρχος Aνωγείων


Πολλοί είναι οι δρόμοι, που μπορεί να πιθανολογηθεί ότι ηκολουθούντο από τους πολυπληθείς προσκυνητές του Ιδαίου Άντρου, στο δύσκολο και κουραστικό ανέβασμά τους στις πλαγιές του Ψηλορείτη και αξιόλογος ο αριθμός των βασικών σταθμών ανάπαυσης και εξυπηρέτησής τους. Ο πρώτος και βασικός δρόμος, που ακολούθησε η συντριπτική πλειοψηφία των προσκυνητών, ήταν αυτός που είχε αφετηρία την πόλη της Κνωσού, περνούσε από την Τύλισσο και τις παρυφές του Σωρού και έφθανε στο Σκλαβόκαμπο, κάτωθι και ανατολικά του χωριού Γωνιές, όπου υπήρχε ο επόμενος μετά την Τύλισσο σταθμός ανάπαυσης και πιθανότατα στο χώρο όπου υπάρχουν τα ερείπια της Μινωικής Έπαυλης.
Από εδώ άρχιζε το πρώτο και κουραστικό ανέβασμα των Γωνιών, για να φθάσουν οι προσκυνητές στην πρώτη, περίπου ισόπεδη βαθμίδα η οποία περιλάμβανε την περιοχή, όπου πιθανολογούμε την ύπαρξη της μινωικής πόλης Κλάτου και τις περιοχές Ζαϊτού, Κουνών, Κάφας, Δανουζών και Παναμπελιών. Εδώ και στην περιοχή των Σισάρχων έφθανε και συνδεόταν με το βασικό δρόμο και ο δρόμος που είχε αφετηρία τις Σίσες και πολλοί αποδίδουν την ονομασία Σισάρχα στις λέξεις "Άρχεται ο δρόμος προς τις Σίσες". Φθάνοντας οι προσκυνητές στην αναβαθμίδα αυτή τα πρώτα μέρη που συναντούσαν και επισκεπτόταν ήταν το μινωικό ιερό Κορυφή της Φιλιόριμος (Σήμερα χριστιανικός ναός του Προφήτη Ηλία) και κατά την άποψη μου την πόλη Κλάτος, που απλωνόταν σ’ όλη τη λεκάνη ανατολικά των Σισάρχων και δυτικά των Γωνιών, όπου δεσπόζει το διασωθέν τοπωνύμιο Κλαπατάς, που μας επιτρέπει να εικάσουμε ότι ίσως το "Κλαπατάς" προήλθε από τις λέξεις την "Κλάτος πατάς" .

Νότια του Κλαπατά και κάτω από τη σκιά της Φιλιόριμος βρίσκεται η τοποθεσία του Λεπριά, περιοχή με αργιλώδες χώμα (Λεπριά-Λεμπίρα-Λεπίδα), το οποίο αποτελούσε άριστο υλικό για την πηλοπλαστική και πιθανότατα δεν μπορεί να αποκλειστεί η περίπτωση να υπήρχαν στην περιοχή εργαστήρια τα οποία κατασκεύαζαν τα διάφορα κεραμικά, ειδώλια και αγγεία τα οποία αγόραζαν και πρόσφεραν στο Δία οι προσκυνητές του, φθάνοντας στον ιερό χώρο λατρείας του, το Ιδαίον Άντρον. Μεταξύ Κλαπατά και Κουνών ευρίσκεται το τοπωνύμιο Ζαϊτού, που κατά την πιθανότερη εκδοχή και σύμφωνα με την άποψη του συγγραφέα και μελετητή, του Σαρχιανού δασκάλου Βασλείου Χαρωνίτη, είναι σύνθετο από το Ζα-(Δίας) και τοιτού (αρχαιοελληνικό παραγωγό), που σημαίνουν το πέρασμα, τη διάβαση του Δία και μέσα από το οποίο περνούσε ο δρόμος των προσκυνητών για να φθάσουν στο σταθμό υποδοχής των Κουνών.


Φθάνοντας στον Πόρο του Φαραγγουλιού (εδώ βρίσκεται η γέφυρα του αμαξιτού δρόμου Σισάρχων-Ανωγείων), ο δρόμος των προσκυνητών έπαιρνε νότια κατεύθυνση ακολουθώντας τη μικρή ρεματιά και φθάνοντας στο ξέφωτο σε μικρή απόσπαση κατέληγε στον πολύ παλιό οικισμό των Δανουζών του οποίου ίχνη βρισκόταν στο υπόστεγο Χαιρέτη, όπου υπάρχει και παμπάλαιο πηγάδι. Βόρεια και σε μικρή απόσταση από τον παλιό οικισμό των Δανουζών υπήρχε και εξακολουθεί να υφίσταται η πλούσια σε νερά πηγή των Δανουζών, που σε περιόδους ανομβρίας εξασφάλιζε την ύδρευση του μεγάλου και πολυπληθούς οικισμού των Ανωγείων μαζί με τα αμέτρητα πηγάδια και άλλες μικρότερες πηγές που υπήρχαν στην περιοχή τους. Δίπλα στην πηγή και δυτικά της (χώρος μοναστηριού Αγίας Τριάδας), υπήρχε παλιός οικισμός ο δεύτερος των Δανουζών, ερείπια του οποίου διετηρούντο μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα και εκατοικείτο μέχρι το 1890 και τελευταίος που εγκατέλειψε τον οικισμό ήταν ο Μαυρόκωστας και ήλθε και εγκατεστάθη στο Μετόχι Ανωγείων, ήταν ο Γέρω Μαυροκώστας ο επονομασθείς Δανουζανός. Πιθανότατα από τον Πόρο του Φαραγγουλιού υπήρχε και δεύτερος δρόμος που οδηγούσε στη Βρύση των Δανουζών και τον οικισμό της. Μεταγενέστερα στον οικισμό των Δανουζών ήλθαν και εγκατεστάθησαν οι πρώτοι εκπρόσωποι της ανωγειανής οικογένειας των Χαιρέτηδων, προερχόμενοι από τις Ατσιπάδες Ηρακλείου.

Βορειοδυτικά των Δανουζών και στη σχηματιζόμενη λεκάνη μέχρι το σημερινό Δημοτικό Νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής υπήρχε αφθονία λεπρίας (λεπίδας-κουμουλιά) κατάλληλης για την κατασκευή πήλινων αντικειμένων και γιατί όχι και για τη δημιουργία ειδωλίων και άλλων πήλινων, που αγόραζαν οι προσκυνητές του Δία.


Η ετυμολόγηση της λέξης Δανούζα κατατείνει στις ακόλουθες δύο εκδοχές: 1) Να προέρχεται από τη λέξη δάνος που σημαίνει δώρο και τη λέξη Ζα (Δίας). Το δώρον ή τα δώρα του Δία και 2) Από το επίθετο δανός-ή-ό που σημαίνει και κεκαυμένος και τη λέξη Ζα- (Δίας) και Δανούζα, ο κεκαυμένος Δίας, υποδηλώνοντας τα ειδώλια και άλλα πηλοπλαστικά είδη που κατασκευαζόταν εδώ και πουλιόταν στους προσκυνητές. Αν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψιν μας, ότι στην περιοχή των Δανουζών υπήρχε η πλούσια πηγή νερού, αλλά και αφθονία επιφανειακών υδάτων που μαστευόταν με στέρνες και αβαθή πηγάδια, με παράλληλη ύπαρξη μεγάλων ποσοτήτων αργίλου, τότε οι δύο παραπάνω εκδοχές ισχυροποιούνται και μπορούμε να πιθανολογήσουμε ότι ο χώρος των Δανουζών ήταν ο κυριότερος σταθμός, απ’ όπου οι προσκυνητές προμηθευόταν τα προς αφιέρωση αναθήματά τους.


Ο προσκυνηματικός δρόμος συνεχιζόταν, πιθανότατα, από το Νότιο οικισμό των Δανουζών, ανερχόταν στη Σέλη του Βαθιά και προχωρούσε δυτικά προς την τοποθεσία του Σμυρίλιο, όπου συναντιόταν με το δεύτερο δρόμο ο οποίος ξεκινούσε από το βόρειο οικισμό της πηγής των Δανουζών και διερχόταν από το Δισταύρι (θέση τυροκομείου Γαλακτοκομικού Συνεταιρισμού). Από τον Σμυρίλιο η κοινή κατεύθυνση των δύο δρόμων συνεχιζόταν μέχρι τους πλησίον και νότια ευρισκόμενους αρχαίους οικισμούς της Λίμνης.



H ZOMIΘOΣ
Στην περιοχή δεν υπήρχε επάρκεια νερού πέρα από λίγα πηγάδια και τούτο ίσως ανάγκασε τους αρχαίους κατοίκους των οικισμών να δημιουργήσουν τη λίμνη, για να εξασφαλίσουν την αναγκαία ποσότητα νερού, όχι μόνο για τις ανάγκες ύδρευσής τους, μα και να κατασκευάζουν και αυτοί και να διαθέτουν πήλινα ειδώλια στους προσκυνητές δεδομένου μάλιστα, ότι στην περιοχή υπήρχε και υπάρχει πέτρωμα εξαιρετικής λεπρίας (λεπίδας).
Από εδώ ο δρόμος των προσκυνητών πήγαινε δυτικά και σε μικρή απόσταση έπαιρνε νότια κατεύθυνση για να περάσει από τους αιωνόβιους δρυγιάρες, ν’ ανέβει τα ανηφορικά Πλάγια και να φθάσει στα Ρολίθια και τα Πηδήματα απ’ όπου απλωνόταν η δεύτερη, ισόπεδη περίπου αναβαθμίδα, η αναβαθμίδα των Κάμπων.

Τον ίδιο αυτό δρόμο ακολουθούσαν πιστά οι Ανωγειανοί για το ανέβασμά τους στη Νίδα και τα μητάτα τους στους αιώνες που ακολούθησαν και μέχρι πρόσφατα.
Συνεχίζοντας την πορεία τους προς νότο και για ένα χιλιόμετρο (από Πηδήματα), έφθαναν στην πόλη της Ζωμύθου. Η Ζώμυθος αποτελούσε τον κυριότερο σταθμό διέλευσης και ανάπαυσης των προσκυνητών.

Εδώ η αρχαιολογική σκαπάνη του καθηγητή Γιάννη Σακελαράκη το 1985 έφερε στο φως τα ερείπια της μινωικής αυτής πόλης, της οποίας λείψανα ήταν εμφανή από πολύ παλιά, όπως και αρχαίοι τάφοι σε πλησίον χώρο, ο οποίος φέρει την ονομασία "Τα μνήματα".
Η ανασκαφή μεταξύ των σημαντικών αρχαιολογικών ευρημάτων, αποκάλυψε και εργαστήριο κεραμικής, πράγμα που δικαιολογεί και η ύπαρξη επαρκούς ποσότητας νερού και πετρωμάτων λεπίδας. Εδώ στην περιοχή και σε μικρή απόσταση Βόρεια της αρχαίας πόλης βρίσκεται η πηγή της Ζωμύθου η σημαντικότερη πηγή της περιοχής των Ανωγείων, το πιο σημαντικό ποτιστήρι αιγοπροβάτων και που ο κύριος όγκος των νερών της ύδρευε τ’ Ανώγεια από το 1913 και εξακολουθεί και σήμερα μαζί με τα νερά άλλων μικροπηγών να ενισχύει την ύδρευσή τους. Εδώ φιλοπρόοδοι Ανωγειανοί έκτισαν τα τρία πρώτα συνεταιριστικά τυροκομεία τους τα οποία ισοπέδωσαν οι Γερμανοί κατά το ολοκαύτωμα Ανωγείων (1944). Προς τη νότια μεριά συναντούμε το παλιό εκκλησάκι της Αγίας Μαρίνας και δίπλα τη μικρή πηγή των Πρασών και Ν.Α. της Αγίας Μαρίνας, στη μέση της Πλαγιάς υπήρχε η πηγή της Ξερόβρυσης, τα νερά της οποίας μετέφεραν πιθανότατα οι μινωίτες της Ζωμύθου για την ύδρευση της πόλης τους, πράγμα που δεν ήταν εύκολο να επιτευχθεί από την ευρισκόμενη χαμηλότερα της πόλης πηγή της Ζωμύθου.


Προσπαθώντας να ετυμολογήσουμε την ονομασία του τοπωνυμίου αρχίσαμε να συγκεντρώνουμε στοιχεία από τις αρχές της δεκαετίας του 1960. Ρωτώντας τον Ανωγειανό, φιλόλογο καθηγητή, Μανούσο Κ. Μανουρά, ο οποίος είχε ασχοληθεί σχετικά με το θέμα, μου ανέφερε ότι στην περιοχή της Ζωμύθου υπήρχε η προελλληνική πόλη Σάμινθος και ότι η ονομασία προέρχεται από τη λέξη αυτή. Σάμινθος-Σάμιθος-Ζώμιθος ή Ζόμιθος. (Τον προ του-θ στο παλιό κρητικό γλωσσικά ιδίωμα των Ανωγειανών αποβάλλεται όπως: άθη, αθράκη, άνθρωπος).
TO ΘEPIO...
Άλλοι πάλι μου ανέφεραν ότι λέξη Ζώμυθος είναι σύνθετη και προέρχεται από τις λέξεις ζώο και μύθος-Ζώο του μύθου-Ζώμυθος. Σύμφωνα με το θρύλο το 1200 μ.Χ. οι Ανωγειανοί είχαν μαστεύσει το νερό της πηγής της Ζωμύθου και βάζοντάς το σε λαξευτές ξύλινες γούρνες το χρησιμοποιούσαν για το πότισμα των αιγοπροβάτων τους. Κατά το 1340 μ.Χ., σύμφωνα με το θρύλο, πάντοτε παρουσιάστηκε ένα τρομερό θεριό (πελώρια όψις), που είχε τη φωλιά του στου Κατσούρα τον τάφκο, τρία περίπου χιλιόμετρα Β.Α. της Ζωμύθου και το οποίο ρουφούσε το νερό της πηγής σε τέτοιο σημείο, που ουσιαστικά στέρευε για 3-4 μέρες. Το γεγονός δημιούργησε μεγάλο φόβο στους βοσκούς και αξεπέραστο πρόβλημα στο πότισμα των αιγοπροβάτων. Στη δύσκολη αυτή ώρα παρουσιάστηκε ο Ανωγειανός Νικόλας Μανουράς, ο οποίος υπεσχέθη να σκοτώσει το θεριό, πράγμα που πραγματοποίησε και οι Ανωγειανοί για να του δείξουν την ευγνωμοσύνη τους του χάρισαν 300 πρόβατα κι ένα κριγιό αμπροστάρη και το προνόμιο να ποτίζει πρώτος και η οικογένειά του τα κοπάδια τους στο ποτηστήρι.
Χαρακτηριστικό είναι και το παρακάτω μικρό τραγούδι του Μανουρά, που γράφτηκε δίπλα στο μεγάλο που του αφιέρωσαν οι Ανωγειανοί. "Στα χίλια τρακόσια το έτος στα σαράντα εφάνηκεν ένα θεριό στων Ανωγειώ τη μπάντα και εβγήκεν ένας Μανουράς και λέντονε Νικόλα να το σκοτώσει το θεριό κι εσκότωσέ ντο κι όλα".
Όμως υπάρχει και τρίτη εκδοχή όσον αφορά την ετυμολογία της λέξης Ζώμυθος. Πιθανότατα ως σωστότερη διατύπωση της λέξης πρέπει να θεωρηθεί η Ζάμυθος προερχόμενη από τη λέξη Ζα (Δίας) και τη λέξη μύθος, που στην αρχαία γλώσσα έπαιρνε πολλές και ποικίλες έννοιες και σημασίες, όπως: ομιλία, αγόρευση σε δημόσια συνέλευση, διάλογος, συνομιλία, προσταγή, παραγγελία, βουλή, απόφαση, λόγος, φήμη, διάδοση, είδηση, πληροφορία, διήγηση ιστορίας, φανταστική διήγηση και κυρίως μυθική παράδοση αναφερόμενη σε θεούς και ήρωες.
Έτσι στη Σάμιθο ή Ζώμυθο ή Ζάμυθο οι προσκυνητές εύρισκαν την άνεση, όχι μόνο να προμηθευτούν τα αναγκαία εφόδια για τη συνέχιση του ταξιδιού τους και να συμπληρώσουν τα προς αφιέρωση αναθήματά τους, αλλά και λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης, προσωρινής διαμονής μεγάλου αριθμού από αυτούς, οι εκπρόσωποι του ιερατείου του Ιδαίου Άντρου, που πιθανότατα εξουσίαζαν και την πόλη, συγκέντρωναν τους προσκυνητές στους εκτεταμένους ελεύθερους χώρους της, όπου τους ενημέρωναν σε κάθετι πάνω στη μυθική παράδοση που αφορούσε το Δία (Ζα και μύθος).
Πρέπει ν’ αναφέρουμε εδώ και το ακόλουθο σημαντικό. Όταν οι Ανωγειανοί προφέρουν τις λέξεις Σάμιθος, Ζώμυθος, και Ζάμυθος με την πανάρχαιη βαριά δωρική προφορά τους, το πρώτο συνθετικό Σα-, Ζω-, Ζα-, έχει ταυτόσημη προφορά, χωρίς να μπορείς να διακρίνεις αν είναι Σα ή Ζω ή Ζα, έτσι και δεν αποκλείεται το Ζάμυθος ν’ αποτυπώθηκε γραπτά στην πάροδο του χρόνου με Σα ή Ζω.


Σχετικά με το τοπωνύμιο "Ζώμιθος" στα Κρητικά Τοπωνύμια (Τόμος Α΄, σελίδα 421) που εκδόθηκαν από την Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύμνης, ο πολύ αξιόλογος ιστορικός και ερευνητής Στέργιος Μ. Μανουράς αναφέρει για το ανωγειανό τοπωνύμιο Ζόμιθος τα ακόλουθα: "Απαντάται σε δημοσιευμένα και ανέκδοτα παλαιότερα κείμενα, Ανωγειανών και μη Ανωγειανών και ξενόγλωσσους χάρτες. Και σήμερα αποδίδεται φωνητικώς από τους Ανωγειανούς: Ζόμιθος.
O MAPINATOΣ
Ο αείμνηστος καθηγητής της Αρχαιολογίας Σπύρος Μαρινάτος όταν επισκέφθηκε τη Νίδα το 1956, για ανασκαφική έρευνα στο Ιδαίον Άντρο, πέρασε από τη Ζώμιθο, αλλά δημοσίευσε παρεφθαρμένα το τοπωνύμιο Ζώμινθος και υποστήριξε ότι πρόκειται για προελληνικό όνομα. Και ο αξέχαστος Ελευθέριος Πλατάκης στη σπηλαιολογική εργασία του για το Ιδαίο Άντρο συμπληρώνει: Ετεοκρητικό προελληνικό όνομα. Ο καθηγητής κ. Αγαπητός Τσοπανάκης της Ακαδημίας Αθηνών, δέχεται την ορθή εκφορά και γράφει Ζόμιθος. Μετά από τις νεότερες αρχαιολογικές ανασκαφές (1983) στην τοποθεσία Μνήματα (ή καταλείμματα) που βρίσκεται μεταξύ Ζόμιθος και Αγίας Μαρίνας, το τοπωνύμιο εσφαλμένα αναφέρεται Ζώμινθος, στις δημοσιεύσεις τις σχετικές με τις ανασκαφές και σε άλλες.
Οι Ανωγειανοί όμως, εξακολουθούν, όπως προαναφέρεται να λέγουν Ζόμιθος και ασφαλώς θα εξακολουθήσουν να το προφέρουν χωρίς να ακούεται το -ν- μεταξύ ι και θ και τα επόμενα χρόνια".
Από τη Ζάμυθο οι προσκυνητές συνέχιζαν το δρόμο τους. Περνούσαν από το Περδικονέρι της Τρύπας και έφθαναν σε σύντομο χρονικό διάστημα στους πρόποδες του υψηλού και δυσκολοανεβαστού Κουφογεριά, του τρίτου και τελευταίου εμποδίου, που θα τους οδηγούσε στην τρίτη και τελευταία ισόπεδη αναβαθμίδα και θα τέλειωναν οι τόσο κουραστικές και δύσκολες αναρριχήσεις τους. Και φθάνοντας στην κορυφή του Κουφογεριά αισθανόταν επιτέλους μια τρομερή ανακούφιση, όπως ιερό ήταν και το προσκύνημά τους.
Έτσι, η λέξη Κουφογεριάς είναι σύνθετη με πρώτο συνθετικό προερχόμενο από τις λέξεις κουφίζω (είμαι ελαφρός, αισθάνομαι ανακούφιση, ελάφρυνση, ξαλάφρωμα, ελαφρύνω, εγείρω, ανυψώ) ή κουφός (ελαφρός , ευκίνητος, εύκολος, ελαφρύς) και δεύτερο συνθετικό τη λέξη ιερός (γέρος) και επομένως Κουφογεριάς σημαίνει ιερή ανακούφιση, την οποία αισθανόταν οι προσκυνητές υπερνικώντας και το τελευταίο εμπόδιο του δύσκολου ταξιδιού τους.

Από την κορυφή του Κουφογεριά άρχιζε πλέον η ήρεμη πορεία στην τρίτη και τελευταία αναβαθμίδα. Οι προσκυνητές περνώντας το Μακρυλλάκι ή Μακρύ Λαγκό έφθαναν στη Μύθια τον τελευταίο σταθμό τους πριν φθάσουν στον προορισμό τους, τον ιερό χώρο του Ιδαίου Άντρου. Η Μύθια ήταν και παραμένει μια από τις ωραιότερες γωνιές του Ψηλορείτη, ήταν σύνδενδρη και με πλούσια σε νερά πηγή. Εδώ συγκεντρωνόταν οι προσκυνητές, πλυνόταν, ξεκουραζόταν και ανάλαφροι ξεκινούσαν για να διανύσουν τα λίγα χιλιόμετρα, που θα τους οδηγούσαν στο Ιδαίον Άντρον. Εδώ μάλλον θα πρέπει να βρισκόταν κλιμάκιον του ιερατείου του Ιδαίου Άντρου, το οποίο έδινε στους προσκυνητές τις τελευταίες οδηγίες, προσταγές και συμβουλές για τη συμπεριφορά και εν γένει τις ενέργειες που έπρεπε ν’ ακολουθήσουν κατά το χρόνο διάρκειας του προσκυνήματός τους. Η λέξη Μύθια πιθανώς προέρχεται από το μυθιάζομαι, που σημαίνει διηγούμαι μύθους και μύθος σύμφωνα με ορισμένες έννοιες που του αποδίδονται σημαίνει: 1) Τη διαγωγή, τον τρόπο που φέρεσθαι, το φέρσιμο και 2) Προσταγή, παραγγελία, διαταγή, υπόσχεση.

Δευτερεύοντες δρόμοι
που ακολουθούσαν οι προσκυνητές

Πέραν του κεντρικού δρόμου, που ακολουθούσαν οι προσκυνητές και στον οποίο αναφερθήκαμε, για να πραγματοποιήσουν το ιερό προσκύνημά τους στο Ιδαίον Άντρον, μπορεί να πιθανολογηθούν και οι ακόλουθοι δευτερεύοντες δρόμοι:


1) Από Ελέυθερνα και Αξό, μέσω Ζου το Λάκκο (Ζωνιανών) και τριγιόδου και από εδώ, μέσω Καμπιών ή μέσω Ζωμύθου και Μύθιας έφθαναν στον προορισμό τους.


2) Από καμάρες και Βορίζα μέσω Πόρου Σταυρού και Νίδας κατέληγαν στο Ιδαίον Άντρον.


3) Από Γέργερη μέσω Ρούβα, Βρουλόκαμπου, Βαρσάμου, Αστριώτικου και Νίδας έφθαναν στον ιερό χώρο λατρείας του Δία και,


4) Από Κρουσώνα μέσω Λιβαδιού, Σμπώκου, Πόρο, Ξερολίμνη, Κουνομασκάλων και Αγκαβανολάκκου έφθαναν στη Ζώμυθο για να συνεχίσουν την πορεία τους ακολουθώντας την κεντρική διαδρομή.


Δεν υπάρχουν σχόλια: